To παρακάτω κείμενο το έχει γράψει η Κα Θεανώ. Θεώρησα σκόπιμο να σας το παραθέσω (σοκαρισμένος) γιατί και εγώ δεν μπορώ να σε ξεχάσω και δεν πρέπει να ξεχάσω....όλοι μας δεν πρέπει να ξεχάσουμε !!!
<< Όχι ! Δεν ήταν αέρας που πέρασε!
Τα παιδιά που έφυγαν μια Κυριακή στα Τέμπη...
Την Κυριακή στα Τέμπη η καρδιά όλης της Ελλάδας ράγισε. Ενώσαμε την σκέψη μας, ενώσαμε την θλίψη και τον πόνο μας για τα παιδιά που χάθηκαν, για τα παιδιά και τους ενήλικες που χαροπαλεύουν, για εκείνα που με πληγωμένα κορμάκια, με λαβωμένες ψυχούλες επέζησαν, για τους γονιούς, τα αδέλφια, τους παππούδες ......
Την επόμενη μέρα ήρθαν και οι άλλοι απολογισμοί, των αιτίων και των υπαιτίων. Έπειτα, συνεχίσαμε τη ζωή μας, προσπαθώντας να ξεχάσουμε, με όποιο τρόπο είναι μπορετό για καθένα.
Με τη σκέψη σε αυτούς που έμειναν πίσω και βιώνουν το Γολγοθά τους... Με τις συμπεριφορές ντροπής να βαραίνουν και μένα και το «σινάφι» μου, κάνοντας ακόμη πιο δύσκολο, πιο επώδυνο το χάραγμα αυτών των γραμμών. Με τον θρήνο για καθένα από τα παιδιά που έσβησαν, να διώχνει το χαμόγελο από τα χείλη μου... Αρνιέμαι να ξεχάσω!
….Αρνιέμαι να αποδεχθώ!
Όχι! Δεν ήταν «γραφτό» να θυσιαστούν αγγελούδια στα Τέμπη! Ούτε στον Αλιάκμονα, λίγες βδομάδες πριν ούτε σήμερα, αύριο, μεθαύριο και ποιος ξέρει σε ποια χιλιομετρική γωνιά.
Όχι! Δεν «έκλεισε» το δράμα, με τα πλάνα της επόμενης επικαιρότητας να γεμίζουν τις οθόνες μας (όπως δεν έκλεισε και το δράμα των παιδιών του Ιράκ, κι ας μη βρίσκουν πλέον θέση στις τηλεοπτικές «ειδήσεις»).
Όχι! Δεν τελειώσαμε καταλογίζοντας ευθύνες, εξαγγέλλοντας μέτρα, επιστρέφοντας στο σπίτι μας. Δεν αρκεί να οπλιζόμαστε με θάρρος επειδή «και τι θα κάνουμε; δεν θα ξαναβγούμε στο δρόμο;»
Ο «παράγων άνθρωπος» που επικαλούνται οι αρμόδιοι, τα λογής συμφέροντα, η ανεπάρκεια, η ασυνεννοησία των αρμοδίων υπηρεσιών, η έλλειψη πόρων, που καταγγέλλουν ειδικοί και πολίτες, πολλές αιτίες, όντως, συνεργούν στο διαρκές αυτό έγκλημα.
Όμως! Τα παιδιά από το γυμνάσιο του Μακροχωρίου Ημαθίας, τα παιδιά που θρηνούμε, ήταν μία ακόμη σπονδή σε μια «κατ΄ εξακολούθηση, κατά συρροή, εκ προθέσεως και εκ προμελέτης» φρικτή θυσία. Είναι θύματα ενός επαναλαμβανόμενου στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον εγκλήματος. Συλλογικού και ατομικού.
Μιας πολιτείας, που ανέχεται να την παραλύει το προσωπικό, στενό και κοντόφθαλμο συμφέρον, με τους «αρμόδιους» στρογγυλοκαθισμένους στους θώκους τους, ανερυθρίαστα. Είναι έγκλημα και ευθύνη μιας κοινωνίας, που στον σκεπασμένο από το πένθος καθρέφτη κάθε χαροκαμένης οικογένειας δεν μπορεί να δει το πρόσωπό της Με υποψήφια θύματα, όλους μας. Με υποψήφιους θύτες, όλους μας.
Με τα αέρινα πρόσωπα όμορφων αγοριών και κοριτσιών, ολοζώντανα για πάντα στα μάτια της ψυχής μου....Αρνούμαι!
Αρνούμαι, η χαρά μιας σχολικής εκδρομής, ένα ταξίδι, να πνίγεται στο αίμα...
Αρνούμαι, αφού οι αιτίες και οι δράστες λίγο ως πολύ καταγγελθούν σε κάθε δυστύχημα, να μένουμε μόνοι να σηκώσουμε τον σταυρό μας, τα τραύματα, την απώλεια, τα δικαστήρια, τον πόνο.....
Δεν μπορώ να αποδεχθώ το ότι δεν αντιδρούμε συλλογικά, δεν μπαίνει όπως τόσα και τόσα άλλα στην «ημερήσια διάταξη αγώνα» των κοινωνικών και πολιτικών ομάδων, δεν γίνονται πορείες γι αυτό, ιδιωτεύουμε.
Διότι μάθαμε και με την σειρά μας γαλουχούμε τα παιδιά μας- ένα συλλογικό πρόβλημα να το εκλαμβάνουμε ως ατομικό. Να δεχόμαστε σιωπηλά αν δεν υπερασπιζόμαστε- την απόλυτη κυριαρχία του αυτοκινήτου, του όλο και μεγαλύτερου «στόλου», των ταχύτερων και πυκνότερων δρόμων, των διαρκώς αυξανόμενων μεταφορών και μετακινήσεων στην παγκοσμιοποιημένη ζωή μας. Μάθαμε να ανάγουμε το αυτοκίνητο σε υπέρτατο αγαθό. Να μη διεκδικούμε τον παραμερισμό του με την ενίσχυση και βελτίωση των μαζικών μέσων μεταφοράς, φιλικών προς τον άνθρωπο και το περιβάλλον του.
Αρνούμαι να το δεχτώ!
Το χρωστώ στο παιδί μου που άγγιξε και το ένοιωσα- το παγωμένο χάδι του θανάτου, εκεί σε μια στροφή στα Κύθηρα, πριν εφτά χρόνια .Και στη νεαρή, ατζαμή οδηγό που έβαλε τις λαμαρίνες της πάνω από τη ζωή του. Το χρωστώ και στο άλλο μου παιδί που όπως κι εγώ, κάποτε τρελαίνεται για το τιμόνι. Στα νοερά ταξίδια των λεωφορείων της αγωνίας μου, μαζί του, στην άλλη άκρη της Ελλάδας, στη σχολή του.
Το χρωστώ στη φίλη μου την Μαρία και την εικοσάχρονη αδικοχαμένη κορούλα της, πριν δέκα χρόνια, κάπου εκεί έξω από τη Ινδό, σε ένα δυστύχημα με δύο παιδιά νεκρά και δύο βαριά τραυματισμένα. Και στο δεκαεφτάχρονο οδηγό που τα σκότωσε με το φορτηγό του πατέρα του, παραβιάζοντας το «Στοπ» (ένα «στοπ» που μετά «χάθηκε» κι έτσι δεν καταδικάστηκε). Στο βουβό σπαραγμό της μάνας: «Δεν ήταν αέρας που έφυγε η ΄Ερση μου....»
Το χρωστάμε στους αγγέλους που θα συναντάμε στα Τέμπη και τους Αλιάκμονες των ταξιδιών, τα οποία δεν θα σταματήσουμε να κάνουμε....
Όχι! Δεν ήταν αέρας που πέρασε .....Δεν μπορώ να ξεχάσω! Αρνούμαι να το δεχτώ!>>
Μία Κυριακή στα Τέμπη η καρδιά μας ράγισε ...
"Γιατί τις μανάδες .... πρέπει να τις θάβουν τα παιδιά τους .... " (στα γεράματα...)
στα social media