Εγώ επιμένω...
"Όλο μιλάω για γραμμές
επίπεδα και πέτρες
για να μην τύχει και προσέξεις
πόσο διστάζω να σ' αγγίξω".
Άρης Αλεξάνδρου
Όταν τα βράδια η μοναξιά του κόσμου, η δική μου μοναξιά, βαραίνει τα φύλλα και ξαπλώνει στην κορομηλιά του κήπου μου, είναι ησυχία. Είναι σιωπή και άδεια δωμάτια κι ας παίζουν μουσικές από κάπου μακριά. Είναι γιατί τίποτα δεν μπορεί ν' ακουστεί, όσο δυνατά κι αν φωνάξει, αν δεν υπάρχει κάποιος δίπλα. Τίποτα δεν μπορεί να ιδωθεί, όσο λαμπερό κι αν είναι, αν δίπλα δεν είναι κάποιος να το δει μαζί σου. Κι αν κάποτε πίστευα πως η απόλυτη έκφραση της ελευθερίας, της ευτυχίας, είναι η αυτάρκεια, ζητώ ταπεινά συγνώμη.
Τι είναι αυτό που σβήνει τα φώτα νωρίς τα βράδια; Γιατί τόση απομόνωση; Είναι που όλοι έχουν πονέσει πολύ και φοβούνται να ακουμπήσουν σε πρόσωπα και λόγια; Είναι απομάκρυνση από τη θλίψη που γεννάει η απογοήτευση; Είναι ο φόβος της απόρριψης γι' αυτό που αισθανόμαστε, που μας βαθαίνει ή μας χαμηλώνει; Ή, μήπως, απλά, δεν έχουμε πια τίποτα να πούμε; Όλα ειπωμένα, όλα ιδωμένα, όλα γνωστά;
Όμως, σκέφτομαι...
Κανένα κρασί δεν έχει την ίδια γεύση με το άλλο -κι ας μη μ' άρεσε ποτέ το κρασί,- καμιά σκέψη δεν είναι ίδια με την άλλη, κανένα πρόσωπο, καμιά λύπη, καμιά χαρά...
Κι αν είναι καιρός να μείνουμε μόνοι, διατηρώντας μιαν άχρηστη εσωτερικότητα, εγώ λυπάμαι. Κι επιμένω. Και θέλω πάλι να επικοινωνήσω με όλες μου τις αισθήσεις σε έξαρση.
Να μιλήσω πάλι, να συντροφέψω, ν' ακούσω, ν' αγγίξω. Να γιατρέψω και να γιατρευτώ.
ΥΓ. Μήπως πρέπει να μάθουμε απ' την αρχή την επαφή, τον τρόπο να γευόμαστε, ν' ακούμε, να κοιτάμε, ν' αγκαλιάζουμε, όπως τότε που ήμασταν παιδιά κι η αγάπη για τους άλλους ήτανε χέρια ανοιχτά μέχρι τον ουρανό και το Θεό κι ακόμα πιο ψηλά;
Με τιμή
στα social media